Πανμηχανική Συγκέντρωση-Ομιλία του Προέδρου του ΤΕΕ ΧΡΗΣΤΟΥ ΣΠΙΡΤΖΗ με θέμα : "Τα κρίσιμα ζητήματα των Μηχανικών σήμερα. Εξελίξεις και αντιμετώπισή τους", Κομοτηνή
Την Παρασκευή 20 Ιανουαρίου 2012, το Περιφερειακό Τμήμα Θράκης του ΤΕΕ, διοργάνωσε στην Κομοτηνή Παντεχνική Συγκέντρωση – Ομιλία με καλεσμένο τον Πρόεδρο Τεχνικού Επιμελητηρίου, κ. Χρήστου Σπίρτζη με θέμα:
«Τα κρίσιμα ζητήματα των Μηχανικών σήμερα. Εξελίξεις και αντιμετώπισή τους»
Στα πλαίσια της περιοδείας του που αφορά ενημέρωση των συναδέλφων μηχανικών για τα κρίσιμα θέματα που απασχολούν τον κλάδο αλλά και τη χώρα γενικότερα, βρέθηκε στην πόλη της Κομοτηνής, το ο πρόεδρος του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας, κ. Χρήστος Σπίρτζης.
Το πρωί, επισκέφτηκε μαζί με τον πρόεδρο του ΤΕΕ-Θράκης Νίκος Παπαθανασίου, τον Αντιπεριφερειάρχη Ροδόπης κ. Παύλο Δαμιανίδη, και το Δήμαρχο Κομοτηνής κ. Γιώργο Πετρίδη, με τους οποίους συζητήθηκαν θέματα για την ανάπτυξη της περιοχής της Θράκης.
Η Παντεχνική συγκέντρωση που πραγματοποιήθηκε το απόγευμα στην αίθουσα εκδηλώσεων Περιφερειακής Ενότητας Ροδόπης (πρώην Νομαρχία) έγινε με πολύ μεγάλη προσέλευση των μελών του ΤΕΕ-Θράκης, καθώς τα θέματα είναι πολλά και ιδιαίτερα κρίσιμα για το μέλλον του κλάδου και την επιβίωση του επαγγέλματος του μηχανικού.
Τον κ. Σπίρτζη χαιρέτησε ο Πρόεδρος του ΤΕΕ-Θράκης κ. Νίκος Παπαθανασίου, εκ μέρους του Τμήματος και της Διοικούσας Επιτροπής, των Συλλόγων κατασκευαστών-μελετητών, και των Κλαδικών Συλλόγων των μηχανικών της Θράκης.
Ο Πρόεδρος του ΤΕΕ σε δηλώσεις του προς τους δημοσιογράφους τόνισε ότι η επίσκεψή του στη Θράκη, γίνεται στα πλαίσια της ενημέρωσης των μηχανικών για τις δραστηριότητες του ΤΕΕ και για το τι μέλει γενέσθαι τη νέα χρονιά όσον αφορά την καθημερινότητα των μελών του. Δήλωσε ότι το Τεχνικό Επιμελητήριο, ξεκίνησε μία πρωτοβουλία να συντάξει μαζί με τα Περιφερειακά Τμήματα, ένα πρόγραμμα για την ανάπτυξη της χώρας «ώστε να μη βαδίζουμε είτε τυχαία είτε προς άλλο σχεδιασμό εξυπηρετώντας ντόπια ή ξένα συμφέροντα».
Για το ασφαλιστικό, αναφέρθηκε στον τρόπο με τον οποίο η Τράπεζα της Ελλάδας μετέτρεψε παρανόμως τα αποθεματικά του ΕΤΑΑ-ΤΣΜΕΔΕ, εξισώνοντάς το με τα άλλα ταμεία, σε ομόλογα του ελληνικού δημοσίου χωρίς ποτέ να ενημερώσει για το πώς θα τα αξιοποιήσει και δήλωσε ότι «ως ΤΕΕ έχουμε κάνει αναφορά στον αρμόδιο εισαγγελέα, περιμένουμε ενημέρωση, περιμένουμε τις εξελίξεις με το PSI και το πώς θα γίνουν πράξεις αυτά που έχουν εξαγγείλει οι αρμόδιοι υπουργοί και οι αρχηγοί των πολιτικών κομμάτων, δηλαδή να μη χαθεί ούτε ένα ευρώ από τα αποθεματικά του Ταμείου». Δήλωσε επίσης πως οι μηχανικοί είναι αποφασισμένοι να προχωρήσουν σε κινητοποιήσεις και σε δικαστικούς αγώνες, γιατί είναι σίγουροι πως θα δικαιωθούν και στα ελληνικά αλλά και στα ευρωπαϊκά δικαστήρια: «τα υπόλοιπα ταμεία που δεν είναι υγιή, έχουν την εγγύηση του ελληνικού κράτους και χρηματοδοτούνται από τον κρατικό προϋπολογισμό. Το δικό μας, μέχρι σήμερα τουλάχιστον, έχει πάρει ελάχιστα χρήματα, δεν αντιμετωπίζει κάποιο πρόβλημα και οι αναλογιστικές μελέτες δείχνουν ότι θα είναι υγιές για τα επόμενα 205-30 χρόνια».
Για την αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών ανέφερε ότι είναι μία παράνοια καθώς ακόμη και η Τρόικα συμφωνεί να μη γίνουν άλλες αυξήσεις «πάραυτα, το υπουργείο Εργασίας εμμένει στο να αναβαθμίζουμε υποχρεωτικά τα μέλη μας όταν ανεβαίνουν ασφαλιστική κατηγορία, πράγμα που σημαίνει για τους ασφαλισμένους μετά το 1993, μία αύξηση της τάξης του 96% ή ακόμα και του 240% σε βάθος χρόνου. Πιστεύουμε ότι θα βρεθεί μία πολιτική λύση και δε θα βρεθούμε εμείς στη δυσάρεστη θέση να πάρουμε πρωτοβουλίες που θα δυσαρεστήσουν τον κ. Κουρτρουμάνη και την κυβέρνηση. Προς το παρόν έχουμε προχωρήσει σε κατάληψη τμημάτων του ταμείου μας, προκειμένου να μην εκδοθούν οι ειδοποιήσεις για τις καταβολές των ασφαλιστικών εισφορών».
Ο κ. Σπίρτζης ανέφερε επίσης ότι κατά τους τελευταίους μήνες έχουν περάσει δεκάδες νομοσχέδια που αφορούν το επάγγελμα του μηχανικού για πολλά και κρίσιμα θέματα, τα οποία ξανανοίγουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με ευθύνη της κυβέρνησης, την οποία και κατηγόρησε πως «την ώρα που ο προηγούμενος υπουργός παραιτούνταν στη βουλή, ο κ. Κακλαμάνης, ο κ. Πρωτόπαπας και ο κ. Μπούρας, και από το ΠΑΣΟΚ και από τη ΝΔ, φρόντιζαν να περνούν τροπολογίες για να κάνουνε ρουσφέτια συγκεκριμένης κατηγορίας». Δήλωσε ότι το ΤΕΕ κράτα μια στάση αναμονής έως τον Ιανουάριο, καθώς έχουν τις διαβεβαιώσεις και δεσμεύσεις του αρμόδιου υπουργείου ότι αυτά θα διορθωθούν, όμως, σε αντίθετη περίπτωση, αν «οι συζητήσεις που έχουμε κάνει μέχρι τώρα δεν είναι σε μια ορθολογική κατεύθυνση, προφανώς και οι αντιδράσεις των μηχανικών θα είναι οι αντίστοιχες».
Για το θέμα της αρμοδιότητας ελέγχου των αμοιβών, είπε τα εξής: «αυτό που συζητιέται είναι να σταματήσει να υπάρχει νόμιμη αμοιβή. Κάτι τέτοιο θα το αντιμετώπιζε με χαρά το ΤΕΕ, γιατί θα σήμαινε ότι το κράτος έχει μηχανισμούς και μπορεί να ανταπεξέλθει, ενώ μέχρι τώρα, δε μπορούσε να φτιάξει στοιχειωδώς ένα σύστημα ούτε για τα αυθαίρετα. Ζήσαμε το χάλι των ημιυπαίθριων και γι’ αυτό το λόγο, βάση του θεσμικού μας ρόλου, έχουμε προστρέξει, έχουμε καταθέσει τεχνικά δελτία που έχουν εγκριθεί, όχι μόνο για τα αυθαίρετα, αλλά και για τις αδειοδοτήσεις, οι οποίες θα είναι έτοιμες σε ένα χρόνο. Πραγματικά θα μας χαροποιούσε ιδιαίτερα το να έχουμε ένα κράτος και αντίστοιχες υπηρεσίες που θα μπορούσαν να ανταποκριθούν στο ρόλο τους».
Για το μνημόνιο και τις αναθεωρήσεις, ο κ. Σπίρτζης δήλωσε κατηγορηματικά, πως υπάρχουν φορείς οι οποίοι παρακάμπτουν την ελληνική κυβέρνηση, όπως είναι η επιτροπή ανταγωνισμού και ο ΣΕΒ, συνομιλούν απευθείας με την Τρόικα και εξυπηρετούν δικά τους συμφέροντα εις βάρος, όχι μόνο των μηχανικών αλλά και των υπόλοιπων επαγγελματικών και επιστημονικών ομάδων της χώρας.
Αντίστοιχα, σε δηλώσεις του ο Πρόεδρος του ΤΕΕ-Θράκης, κ. Νίκος Παπαθανασίου, αναφέρθηκε στην οικονομική κρίση στην οποία έχει περιέλθει η χώρα μας το διάστημα των τελευταίων δύο χρόνων, πλήττοντας με σφοδρότητα τον τεχνικό κόσμο και ιδιαίτερα τους διπλωματούχους μηχανικούς, επιρρίπτοντας ευθύνες στο πολιτικό σύστημα, στον τρόπο οργάνωσης αλλά και στη νοοτροπία των ίδιων των μηχανικών.
Συγκεκριμένα, για το πολιτικό σύστημα ανέφερε ότι «διαμόρφωσε σε “ξέφραγο αμπέλι” την άσκηση του επαγγέλματος του μηχανικού, επιτρέποντας και ενθαρρύνοντας την παράνομη άσκηση και την αντιποίηση του επαγγέλματος καθώς και άσκηση του κατασκευαστή ιδιωτικών έργων για την δημιουργία σχέσεων αντιπαροχής και συναλλαγής με τρίτους, αδιαφορώντας για τις συνέπειες στο περιβάλλον, την ασφάλεια και την οικονομία των κατασκευών, την αυθαιρεσία στην δόμηση».
Αναφέρθηκε στο εκπαιδευτικό σύστημα κατηγορώντας την κυβέρνηση ότι με στόχο καθαρά ψηφοθηρικό, προωθεί την πλήρη επαγγελματική και επιστημονική εξίσωση των ΤΕΙ με τους διπλωματούχους μηχανικούς και επιστήμονες των ΑΕΙ και δημιουργεί Πολυτεχνικές Σχολές νέων ειδικοτήτων μηχανικών «με προγράμματα σπουδών που δεν συσχετίζονται με τις παραγωγικές και αναπτυξιακές ανάγκες της Χώρας».
Αναφέρθηκε στις εγγενείς αδυναμίες του πολιτικού συστήματος και τις λανθασμένες οικονομικές και αναπτυξιακές επιλογές όπως τη μη καταπολέμηση της γραφειοκρατίας, τη δραματική μείωση του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, την απαξίωση της σημασίας της «Μελέτης» για την απορρόφηση των διατιθεμένων κονδυλίων της Ε.Ε., την καθυστέρηση υλοποίησης του χωροταξικού-πολεοδομικού σχεδιασμού της χώρας και την υστέρηση σε επενδύσεις και στην έρευνα για την αξιοποίηση νέων τεχνολογιών που «όχι μόνο θα δημιουργήσουν νέες και σταθερές θέσεις εργασίας για το επιστημονικό δυναμικό της Χώρας αλλά θα την “ξεκολλήσουν” από τις τελευταίες θέσεις που βρίσκεται στην Παγκόσμια κατάταξη που αφορά την ανταγωνιστικότητα».
Τόνισε ότι στο όνομα της κρίσης χρέους, οι μηχανικοί δέχθηκαν έναν καταιγισμό νομοθετημάτων, αποφάσεων και πολιτικών επιλογών που «οδήγησαν στον μηδενισμό της επαγγελματικής τους δραστηριότητας και στην ηθική και επιστημονική απαξίωσή τους».
Αυτά είναι: ο νέος τρόπος φορολόγησης καθώς «δεν επιχειρήθηκε καν να αντιμετωπισθούν φορολογικές αδικίες όπως είναι η ετήσια ανεξάρτητη φορολόγηση όταν τα έξοδα μίας μελέτης ή έργου πραγματοποιούνται σε διάστημα πολλών χρόνων τα δε έσοδα συνήθως και ακόμη περισσότερο σήμερα εισπράττονται τον ίδιο χρόνο»· η κατάταξη των μηχανικών στα «κλειστά επαγγέλματα» με πρόσχημα «την μείωση του κόστους των παρεχόμενων υπηρεσιών όταν σε άλλες επιστημονικές ομάδες ισχύει ακόμη περιοριστικός αριθμός στην άσκηση του επαγγέλματος «την μείωση του κόστους των παρεχόμενων υπηρεσιών όταν σε άλλες επιστημονικές ομάδες ισχύει ακόμη περιοριστικός αριθμός στην άσκηση του επαγγέλματος»· η συστηματική προσπάθεια μέσα από ΠΔ, νόμους και τροπολογίες «πανεπιστιμιοποίησης» των ΤΕΙ, η μεθόδευση εκχώρησης σε ιδιώτες όλο και μεγαλύτερου τεχνικού αντικειμένου των αρμοδιοτήτων του Δημοσίου με την ταυτόχρονη οικονομική και ηθική εξουθένωση των μηχανικών του Δημοσίου από «την κατάργηση και συγχώνευση φορέων και υπηρεσιών, την απόλυση μέσω της εργασιακής εφεδρείας, την κατάργηση κλαδικών επιδομάτων»· η σιωπηρή στάση πληρωμών από το Δημόσιο και την τοπική αυτοδιοίκηση σε εργολήπτες και μελετητές, η κατάργηση του προγραμματισμού νέων έργων, η μετατροπή των αποθεματικών του ΤΣΜΕΔΕ με μονομερή πράξη της Τράπεζας της Ελλάδας σε ομόλογα με συνέπεια σε πρώτη εκτίμηση να παρουσιάζουν απώλειες του 40%.
Όσον αφορά τις ευθύνες των ίδιων των μηχανικών, ο κ. Παπαθανασίου ανέφερε ότι θα πρέπει να αναζητηθούν «στην έλλειψη συνδικαλιστικής αγωνιστικής νοοτροπίας ειδικότερα στους ελεύθερους επαγγελματίες», στον πολυμερισμό του χώρου σε διαφορετικές κατηγορίες επαγγελματικής απασχόλησης, στην αντιπαράθεση στην άσκηση επαγγέλματος «μεταξύ των διαφορετικών ειδικοτήτων που συντηρείται και επαυξάνεται βέβαια από την αδικαιολόγητη καθυστέρηση προσδιορισμού των επαγγελματικών δικαιωμάτων των νέων ειδικοτήτων και επαναπροσδιορισμού των αντιστοίχων των παλιών», στην αναποτελεσματικότητα των κλαδικών συλλόγων των μηχανικών και κυρίως «στην έλλειψη συνειδητοποίησης της θέσης μας στην σημερινή αγορά εργασίας, που έπαψε να είναι “διασφαλισμένη και προνομιούχα” όπως επικράτησε να είναι μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 70. Κληρονομήσαμε και εξακολουθούμε να διατηρούμε μέχρι και σήμερα την “αριστοκρατική συνδικαλιστική συνείδηση” των Μηχανικών εκείνης της εποχής, με αποτέλεσμα να αδιαφορούμε στις σημερινές απαιτήσεις για συνδικαλιστική συσπείρωση και αγωνιστική δράση ακόμη και όταν πρόκειται για την υπεράσπιση της ίδιας της επαγγελματικής μας επιβίωσης».
Κυρίως όμως επέρριψε ευθύνες στο ίδιο το ΤΕΕ, για τη δημιουργία ευνοϊκού για την κυβέρνηση κλίματος να περάσει τα μέτρα σε βάρος των μηχανικών για λόγους όπως η μη σωστή αξιολόγηση των καταστροφικών συνεπειών της εφαρμοζόμενης κυβερνητικής πολιτικής, υπερεκτιμώντας «την ανταποδοτική ωφέλεια από το νέο επαγγελματικό αντικείμενο που προστέθηκε στην άσκηση του επαγγέλματος (νομιμοποιήσεις αυθαιρέτων, ενεργειακές μελέτες και ενεργειακοί επιθεωρητές, νέο τεχνικό αντικείμενο στις μεταβιβάσεις ακινήτων)», και η αδυναμία του «να διαμορφώσει και να ηγηθεί κινητοποιήσεων που απαιτούσαν οι τρέχουσες εξελίξεις εξαιτίας της ασάφειας του θεσμικού πλαισίου του και της έλλειψης ανάλογης διεκδικητικής συνδικαλιστικής εμπειρίας».
Αντίθετα, ο κ. Παπαθανασίου θεωρεί ότι το ΤΕΕ κατέγραψε ολιγωρία οργάνωσης και λήψης αποφάσεων, προκάλεσε σύγχυση στους μηχανικούς «με την λανθασμένη και όπως αποδείχθηκε αχρείαστη αναζήτηση αγωνιστικών εταίρων στους άλλους επιστημονικούς Φορείς (δικηγόροι- φαρμακοποιοί – συμβολαιογράφοι), για την δημιουργία κοινού επιστημονικού μετώπου αντικυβερνητικής αντιπαράθεσης», υπέπεσε σε λάθη και ολιγωρίες στην επιλογή των στόχων δράσης, την ιεράρχηση και την κλιμάκωση των κινητοποιήσεων καθώς οι «καταλήψεις των Γραφείων του ΤΣΜΕΔΕ όχι μόνον δεν προκαλούν την παραμικρή ενόχληση στην Κυβέρνηση αλλά κυρίως δεν δημοσιοποιούν στην κοινωνία τα προβλήματα και τις θέσεις του τεχνικού κόσμου». Θεωρεί πως είναι διεκδικητικά απαράδεκτο «να προσθέτεις στο βασικό αίτημα μιας κινητοποίησης (άνοιγμα του υποτιθέμενου κλειστού επαγγέλματος του μηχανικού), δευτερεύοντα ζητήματα για τα οποία μάλιστα η λύση έχει ήδη δρομολογηθεί (Μητρώο Κατασκευαστών Ιδιωτικών Έργων)», καθώς το μόνο που επιτυγχάνεται είναι η απομείωση της αξίας του προβλήματος, και ότι το ΤΕΕ παρασύρθηκε σε ανώφελες εσωτερικές προστριβές με την ΕΜΔΥΔΑΣ «όταν πρωταρχική επιδίωξη θα πρέπει να είναι η ενότητα του χώρου απέναντι στην ολοκληρωτική κυβερνητική επίθεση που δέχεται».
Τέλος, τόνισε πως επιβάλλεται το ΤΕΕ «να αποβάλλει την εδραιωμένη αντίληψή του, ότι η υπεράσπιση των δικαιωμάτων των μηχανικών, περιορίζεται στην διαβούλευση με την Κυβέρνηση και την κατάθεση εμπεριστατωμένων προτάσεων στους αρμόδιους Υπουργούς και ότι οι δυναμικές κινητοποιήσεις επιτυγχάνουν μόνο την δημιουργία πρόσκαιρων εντυπώσεων» και κατέγραψε την αλλαγή πολιτικής του ΤΕΕ ως ισχυρή ένδειξη για την απαλλαγή «από τις παιδικές ασθένειες της απραξίας και της έλλειψης διάθεσης για ολομέτωπη αντιπαράθεση με την Κυβέρνηση. Στον αγώνα αυτό για την ανατροπή των άδικων και αντιαναπτυξιακών μέτρων δεν συγχωρείται να λείψει κανένας μας. Αφορά την επαγγελματική επιβίωση και την προσωπική μας αξιοπρέπεια».