αναδιαρθρώνοντας τις δομές παρακάμπτοντας την υπηρεσιακή γνώση και εμπειρία... "Χαρακτηριστικό παράδειγμα η αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας"
...αναδιαρθρώνοντας τις δομές παρακάμπτοντας
την υπηρεσιακή γνώση και εμπειρία...
“Χαρακτηριστικό παράδειγμα η αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας”
Άρης Σισμανίδης
Τοπογράφος μηχανικός, M.Sc.
Μέλος της Αντιπροσωπείας ΤΕΕ-Θράκης
Υπάλληλος Κτηματικής Υπηρεσίας Ν. Έβρου
Υπουργείου Οικονομικών
Έννοιες όπως εξυγίανση, αναδιάρθωση και ανοικοδόμηση ενός σύγχρονου μοντέλου Δημοσίου Τομέα αποτελούν προτεραιότητα και δέσμευση της γενικότερης μεταρρυθμιστικής πολιτικής που εφαρμόζεται την εποχή που διανύουμε. Ειδικότερα, η κατάργηση της γραφειοκρατίας, η παγίωση ενός σταθερού φορολογικού συστήματος, η ανάπτυξη κατάλληλου θεσμικού πλαισίου που θα ενισχύει την επιχειρηματικότητα και την καινοτομία, η ηλεκτρονική διακυβέρνηση, η δημιουργία και λειτουργία ενός ολοκληρωμένου Κτηματολογικού Συστήματος Πληροφοριών και η αξιοποίηση της Δημόσιας Περιουσίας είναι λίγες από τις προκλήσεις που έχει να αντιμετωπίσει η σημερινή Πολιτική ΗγεσίαΗηηΗφ. Οι μεταρρυθμίσεις αυτές θα αποτελέσουν τα εχέγγυα για την δημιουργία ενός υγιούς και αποτελεσματικού κρατικού μηχανισμού, θα κάνει ελκυστικές τις επενδύσεις και θα θέσει τις βάσεις για την οικονομική ανάπτυξη της χώρας.
Μια κοινωνία που επί δεκαετίες ψυχοραγούσε σε κάθε της επίπεδο, με την πολυνομία, τη διαφθορά, τη μη εφαρμογή των νόμων και την αναποτελεσματικότητα να λαμβάνουν πρώτες θέσεις σε διεθνείς αξιολογήσεις, οδηγώντας τη χώρα σε ένα τέλμα, καλείται σήμερα σε ελάχιστο χρόνο να προχωρήσει στον εκγσυχρονισμό του Κράτους, τον εξορθολογισμό των κανόνων διάρθωσης και λειτουργίας του.
Από την εφαρμογή των πρώτων μνημονιακών μέτρων, έγινε ξεκάθαρο ότι ανάμεσα στους μεγαλεπήβολους στόχους των Ελληνικών κυβερνήσεων ήταν η αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας με σκοπό την προσέλκυση σημαντικών ροών κεφαλαίου, που θα οδηγήσουν στην επανεκκίνηση της ελληνικής οικονομίας.
Στοχεύοντας λοιπόν στον εκσυγχρονισμό των οργανωτικών δομών και των κέντρων λήψης αποφάσεων, το 2001 συστάθηκε η “Εταιρεία Ακινήτων Δημοσίου” Α.Ε. (ΕΤΑΔ), μία ανώνυμη εταιρεία με μοναδικό μέτοχο το Ελληνικό Δημόσιο η οποία διαχειρίζεται, αναπτύσσει και αξιοποιεί τα αστικά, τουριστικά, ολυμπιακά και ειδικά ακίνητα του Δημοσίου, η οποία προέκυψε από την συγχώνευση της ”Ελληνικά Τουριστικά Ακίνητα” Α.Ε., της “Ολυμπιακά Ακίνητα” Α.Ε. και της Κτηματικής Εταιρείας Δημοσίου Α.Ε.. Το ίδιο έτος συστάθηκε το Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου (ΤΑΙΠΕΔ) με σκοπό την προώθηση και τη υλοποίηση των ιδιωτικοποιήσεων στη χώρα και την αξιοποίηση της ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου.
Η Ελληνική κυβέρνηση διακηρύττει ότι θα προχωρήσει στην αξιοποίηση του πλούσιου χαρτοφυλακίου ακινήτων και υποδομών που διαθέτει, διασφαλίζοντας καθολική διαφάνεια συναλλαγών και αξιοκρατία, μέσω συμβάσεων ενοικίασης, μακροχρόνιων μισθώσεων, ανάπτυξη ακινήτων μέσω συγχρηματοδοτούμενων προγραμμάτων και συμμετοχικών σχημάτων, συμβάσεων παραχώρησης κλπ.
Υιοθετώντας εκ προοιμίου μια θετική και ωφελιμιστική στάση και θεωρώντας ότι το σχέδιο με το οποίο συντελείται η μεταρρυθμιστή πολιτική για την αξιοποίηση της Δημόσιας περιουσίας διαπνέεται από δημοκρατικές και αξιοκρατικές προθέσεις της Πολιτικής Ηγεσίας -γιατί κάθε άλλος τρόπος θα οδηγήσει στα ίδια καταστρεπτικά αποτελέσματα για τη χώρα και αμαρτίες του παρελθόντος-, διαπιστώνονται παραλείψεις και απαξίωση του με τη δόκιμη έννοια γραφειοκρατικού μηχανισμού που αποτελεί εκείνη την υπηρεσιακή βάση και εκείνη τη δομή που έχει ως αποκλειστική αρμοδιότητα την αποκάλυψη, καταγραφή και προστασία της ιδιωτικής και κοινόχρηστης δημόσιας περιουσίας. Οι αρμόδιες υπηρεσίες για τα παραπάνω είναι οι Κτηματικές Υπηρεσίες της Γενικής Διεύθυνσης Δημόσιας Περιουσίας και Κληροδοτημάτων του Υπουργείου Οικονομικών.
Είναι προφανές πόσο σημαντικές, είναι οι υπηρεσίες που προσφέρουν οι υπάλληλοι του Τομέα Δημόσιας Περιουσίας σε όλη την επικράτεια, καθώς στις αρμοδιότητες των Κτηματικών Υπηρεσιών ανήκουν η καταγραφή, προστασία, διαχείριση και την αξιοποίηση των δημοσίων κτημάτων, η εποπτεία και η αξιοποίηση των εθνικών κληροδοτημάτων, η καταγραφή των αποκαλυφθεισών εκτάσεων και των σχολαζουσών κληρονομιών, η προστασία και ο καθορισμός του αιγιαλού, της παραλίας, του παλαιού αιγιαλού και καταγραφή του ως δημόσιο κτήμα, η κατάρτιση συμβάσεων μίσθωσης και η στέγαση των υπηρεσιών του δημοσίου, ο έλεγχος καταπατήσεων των δημοσίων κτημάτων και η επιβολή κατασταλτικών μέτρων (πρωτόκολλο αυθαίρετης χρήσης, πρωτόκολλο διοικητικής αποβολής, πρωτόκολλο κατεδάφισης), η χορήγηση άδειας και εξασφάλιση των δικαιωμάτων του Δημοσίου σε περίπτωση ανεύρεσης θησαυρού, η διασφάλιση των συμφερόντων του Δημοσίου στο αντικείμενο των απαλλοτριώσεων όπου η έκθεση κάθε Επιτροπής αποτελεί απαραίτητο στοιχείο της προδικασίας ενώπιον του αρμοδίου δικαστηρίου και πληθώρα διοικητικών πράξεων σχετικών με τα προάσπιση των συμφερόντων και των εμπράγματων δικαιωμάτων του Δημοσίου.
Η αποστολή επομένως των Κτηματικών Υπηρεσιών είναι συνυφασμένη με την προστασία, ορθολογική διαχείριση και αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας και η τροφοδότηση του κρατικού προϋπολογισμού με δημόσια έσοδα. Δυστυχώς, παρά το γεγονός αυτό, οι Κτηματικές Υπηρεσίες στο σύνολό τους είναι υποστελεχωμένες (μικρός αριθμός υπαλλήλων, απουσία απαιτούμενων ειδικοτήτων όπως τεχνικοί και νομικοί), με αποτέλεσμα να αδυνατούν να καλύψουν το δύσκολο και πολυδιάστατο έργο τους. Παράλληλα η έλλειψη κωδικοποίησης της νομοθεσίας που αφορά την Δημόσια Περιουσία και η απουσία προγραμμάτων επιμόρφωσης των υπαλλήλων, η έλλειψη μηχανογράφησης και η απουσία δράσεων ψηφιοποίησης των τεχνικών στοιχείων του με βαρύνουσα αξία αρχείου κάθε Κ.Υ., η έλλειψη υλικοτεχνικού εξοπλισμού και απουσία τεχνολογικών μέσων αιχμής (GPS, software τοπογραφίας, πληροφοριακά συστήματα GIS κτλ) αποτελούν διαχρονικά προβλήματα αυτών.
Μη γνωρίζοντας το Ελληνικό Δημόσιο το ακριβές μέγεθος της ακίνητης περιουσίας του, παράλληλα με την ανυπαρξία πλήρους ολοκληρωμένου Κτηματολογικού Συστήματος, το Κράτος οφείλει να αλλάξει την νοοτροπία του γύρω από τη διαχείριση δημόσιων περιουσιακών στοιχείων και να κατανοήσει το σημαντικό έργο που επιτελούν οι Κ.Υ., καταθέτοντας ένα ολοκληρωμένο σχέδιο που θα περιλαμβάνει τον εκσυγχρονισμό και αναβάθμισης των υποδομών τους.
Νόμοι με τους οποίους ρυθμίζονται ζητήματα κινητικότητας προσωπικού του Δημοσίου τομέα (Ν.4172/2013) μπορούν να λειτουργήσουν ως εργαλείο για την ορθολογικότερη κατανομή του προσωπικού και στελέχωση των Κτηματικών Υπηρεσιών, άροντας την επικρατούσα άποψη ότι οι υπηρεσίες αυτές αποτελούν τα γκουλάγκ του Υπουργείου Οικονομικών.
Αξιοποιώντας το υψηλού επιπέδου και προσόντων έμπειρο προσωπικό των Κ.Υ. κρίνεται αναγκαία η υποστήριξη τους με σύγχρονα πληροφοριακά συστήματα, ώστε να ψηφιοποιηθεί στο σύνολο το πλούσιο αρχείο τους, να διενεργηθεί επίσημη καταγραφή των Εθνικών Κληροδοτημάτων και σχολαζουσών κληρονομιών όπου θα αναδείξει και θα καταγράψει πρόσθετα δημόσια κτήματα με έρευνα στα Υποθηκοφυλακεία ή προερχόμενα από τα αδήλωτα ακίνητα στο Εθνικό Κτηματολόγιο και να επικαιροποιηθεί το Μητρώο Δημοσίων Ακινήτων του Υπουργείου Οικονομικών. Προηγουμένως θα απαιτηθεί η σύνταξη πληρέστερων και ενημερωμένων με σύγχρονες τοπογραφικές και τηλεπισκοπικές μεθόδους διαγραμμάτων ενώ η επίλυση των πολλαπλών τεχνικών, νομικών και πολεοδομικών δεσμεύσεων και περιορισμών στα οποία υπόκεινται αυτά με αποτέλεσμα να τα καθιστούν ανενεργά ή απαξιωμένα, θα βοηθήσει στην απαλοιφή χρόνιων προβλημάτων καθυστέρησης και δυνατότητας αξιοποίησης των δημοσίων ακινήτων από το Κράτος και των δυσλειτουργιών της δημόσιας διοίκησης.
Η δημιουργία με την χρήση ενιαίων προδιαγραφών και προτύπων μίας βάσης δεδομένων όπου θα τηρείται το σύνολο της πληροφορίας που διαχειρίζεται η κάθε Κ.Υ και η δημιουργία του κατάλληλου θεσμικού πλαισίου για την ουσιαστική διασύνδεση και τον συντονισμό των Κ.Υ. με την ΕΤΑΔ θα συμβάλουν στην χάραξη και άσκηση αποδοτικότερων και ανταγωνιστικότερων πολιτικών δράσεων και αναπτυξιακών έργων σε τομείς όπως είναι ο τουρισμός, η προσέλκυση και ώθηση των επενδύσεων, η χάραξη περιβαλλοντικών πολιτικών κλπ σύμφωνα με τους στόχους και τις προτεραιότητες της γενικότερης αναπτυξιακής πολιτικής της χώρας. Το Κράτος πλέον ως εγγυητής της νομιμότητας, της αξιοκρατίας και της διαφάνειας των διαδικασιών θα μπορεί να συνδιαλλαγεί με τον ιδιώτη ως ένας καλός επιχειρηματίας, διαμορφώνοντας και εφαρμόζοντας μια συνεκτική και ολοκληρωμένη πολιτική, αναφορικά με την αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας.
Ενισχύοντας και στηρίζοντας πρακτικές και πρωτοβουλίες σαν την παρούσα που περιλαμβάνει τον σχεδιασμό και υλοποίηση ενός ολοκληρωμένου Συστήματος Γεωγραφικών Πληροφοριών (G.I.S.) σε επίπεδο Περιφερειακής Ενότητας, που συγκεντρώνει το σύνολο των χωρικών και περιγραφικών πληροφοριών που διαχειρίζεται η Κτηματική Υπηρεσία Ν. Έβρου, το Κράτος θα γίνει αρωγός καινοτόμων δράσεων, αποδέκτης και τροφοδότης της αποδοτικότητας του υπηρεσιακού μηχανισμού, επιταχύνοντας σταδιακά τον εξωραϊσμό και την επανίδρυση της Δημόσιας Διοίκησης. Η υλοποίηση του Συστήματος Γεωγραφικών πληροφοριών στοχεύει στην αναβάθμιση της ποιότητας των υπηρεσιών, επιλύοντας προβλήματα διαθεσιμότητας, ποιότητας, και προσπελασιμότητας της χωρικής πληροφορίας και στην αναδιοργάνωση των εσωτερικών διαδικασιών και την πληρέστερη διοικητική εξυπηρέτηση των πολιτών και των δημόσιων φορέων.
Η πρωτοβουλία αυτή ακολουθεί την γενικότερη πολιτική που υιοθετείται σήμερα σε Ευρωπαϊκό και Εθνικό επίπεδο, όπου η χώρα οφείλει να εναρμονιστεί με την κοινοτική οδηγία INSPIRE σύμφωνα με την οποία δημιουργείται το θεσμικό πλαίσιο για την ίδρυση και λειτουργία της υποδομής χωρικών πληροφοριών στην Ευρώπη με σκοπό, όχι μόνο την παροχή πληροφοριών προς δημόσιες υπηρεσίες και πολίτες, αλλά και την υλοποίηση, συντονισμό και αξιολόγηση των πολιτικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που εφαρμόζονται στις χώρες - μέλη σε όλα τα επίπεδα της Διοίκησης. Τα οφέλη που θα προκύψουν πρόκειται να συμβάλουν στη διαμόρφωση μιας σύγχρονης κοινωνίας πληροφοριών με άμεσο στόχο τη διευκόλυνση στην εύρεση γεωγραφικής πληροφορίας και μακροπρόθεσμα την ορθολογική και βιώσιμη ανάπτυξη της χώρας, καθώς και την υλοποίηση των ουσιωδών δράσεων για την εξυπηρέτηση διοικητικών, οικονομικών, κοινωνικών, περιβαλλοντικών και αναπτυξιακών στόχων.